Τέσσερις μήνες μετά την επίθεση στη Γάζα, ο ισραηλινός στρατός έχει αναγκάσει πάνω από ένα εκατομμύριο Παλαιστίνιους πρόσφυγες να βρίσκονται παγιδευμένοι στην άκρη των αιγυπτιακών συνόρων και τώρα τους βομβαρδίζει ενώ απειλεί να εξαπολύσει και χερσαία επίθεση εναντίον τους. Στο κείμενο που ακολουθεί, ο Τζόναθαν Πόλακ, μέλος επί πολλά χρόνια στους “Αναρχικούς Ενάντια στο Τείχος” και σε άλλες προσπάθειες αντιαποικιακής αλληλεγγύης, εξηγεί γιατί δεν πρέπει να περιμένουμε από τους διεθνείς θεσμούς ή τα κινήματα διαμαρτυρίας μέσα στην ισραηλινή κοινωνία να σταματήσουν τη γενοκτονία στη Γάζα και καλεί τους απλούς ανθρώπους να αναλάβουν δράση.
Μια συντομότερη εκδοχή αυτού του κειμένου απορρίφθηκε από τη “φιλελεύθερη” ισραηλινή πλατφόρμα Haaretz - μια ένδειξη του μειούμενου χώρου για διαφωνία όσον αφορά την Παλαιστίνη και την ισραηλινή κοινωνία.
Η συζήτηση για τα ανθρώπινα δικαιώματα απέτυχε να σταματήσει τη γενοκτονία στη Γάζα
Διανύουμε πλέον περισσότερες από 120 ημέρες από την πρωτοφανή ισραηλινή επίθεση στη Γάζα. Οι φρικτές επιπτώσεις της και η αδυναμία μας να τη σταματήσουμε θα πρέπει να μας αναγκάσουν να επανεκτιμήσουμε την προοπτική μας για την εξουσία, την κατανόησή της και, κυρίως, τι πρέπει να κάνουμε για να την καταπολεμήσουμε.
Μέσα στα ποτάμια αίματος, τις ατελείωτες ημέρες θανάτου και καταστροφής, τις αφόρητες ελλείψεις, την πείνα, τη δίψα και την απόγνωση, τις αδιάκοπες νύχτες με φωτιά, θειάφι και λευκό φώσφωρο που πέφτουν αδιάκριτα από τον ουρανό, πρέπει να αναμετρηθούμε με τα γυμνά άσχημα γεγονότα της πραγματικότητας και να αναδιαμορφώσουμε τις στρατηγικές μας.
Οι επίσημα αναφερόμενοι θάνατοι - εκτός από τους πολλούς Παλαιστίνιους που παραμένουν θαμμένοι κάτω από τα ερείπια και δεν έχουν ακόμη συμπεριληφθεί στην επίσημη καταμέτρηση - ανέρχονται ήδη στην εξόντωση σχεδόν του 1,5% του συνόλου της ανθρώπινης ζωής στη Λωρίδα της Γάζας. Καθώς το “Ισραήλ” κλιμακώνει τις επιθέσεις του στη Ράφα, μοιάζει να μη διαφαίνεται τέλος στον ορίζοντα. Σύντομα, η ζωή ενός στους πενήντα ανθρώπους στη Γάζα θα έχει αφανιστεί.
Ο ισραηλινός στρατός επιβάλλει έναν άνευ προηγουμένου φόρο οδύνης και θανάτου στους 2,3 εκατομμύρια ανθρώπους της Γάζας, ξεπερνώντας οτιδήποτε έχει παρατηρηθεί ποτέ στην Παλαιστίνη ή αλλού κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα. Ωστόσο, αυτοί οι συγκλονιστικοί αριθμοί δεν έχουν διαπεράσει τα παχιά στρώματα αποστασιοποίησης και αποσύνδεσης που χαρακτηρίζουν την ισραηλινή κοινωνία καθώς και τους δυτικούς συμμάχους του “Ισραήλ”. Αν μη τι άλλο, η αναγωγή αυτής της τραγωδίας σε στατιστικές φαίνεται να εμποδίζει παρά να ενισχύει την κατανόησή μας. Παρουσιάζει ένα σύνολο που συσκοτίζει το επί μέρους: οι αριθμοί αποκρύπτουν την προσωπικότητα των αμέτρητων ατόμων που βίωσαν έναν οδυνηρό, μοναδικό θάνατο.
Ταυτόχρονα, η ασύλληπτη κλίμακα της σφαγής στη Γάζα καθιστά αδύνατη την κατανόησή της μέσα από τις ιστορίες μεμονωμένων θυμάτων. Δημοσιογράφοι, οδοκαθαριστές, ποιητές, νοικοκυρές, οικοδόμοι, μητέρες, γιατροί και παιδιά, ένα πλήθος τεράστιο για να μιλήσουμε γι’ αυτό. Μένουμε με τις απρόσωπες ανώνυμες φιγούρες. Ανάμεσά τους βρίσκονται περισσότερα από 13.000 παιδιά. Πιθανώς πολύ περισσότερα.
Παρακαλώ, κάντε μια παύση και πείτε το δυνατά, λέξη προς λέξη: πάνω από δεκατρείς χιλιάδες παιδιά. Σκοτώθηκαν. Υπάρχει άραγε τρόπος να το καταλάβουμε αυτό και να προχωρήσουμε πέρα από τη σφαίρα των στατιστικών στοιχείων για να κατανοήσουμε την τρομακτική πραγματικότητα;
Οι ψυχροί ωμοί αριθμοί καλύπτουν επίσης εκατοντάδες εξαφανισμένες οικογένειες, πολλές από τις οποίες διαγράφηκαν εντελώς - μερικές φορές τρεις, ακόμη και τέσσερις γενιές, εξαφανίστηκαν από το πρόσωπο της γης.
Στη σκιά αυτών των αριθμών βρίσκονται περισσότεροι από 68.000 άνθρωποι που έχουν τραυματιστεί, χιλιάδες από τους οποίους θα παραμείνουν παράλυτοι για το υπόλοιπο της ζωής τους. Το ιατρικό σύστημα στη Γάζα έχει καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά - ακρωτηριασμοί που σώζουν ζωές γίνονται χωρίς αναισθητικό. Η έκταση της καταστροφής των υποδομών στη Γάζα ξεπερνά τους βομβαρδισμούς της Δρέσδης στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Σχεδόν δύο εκατομμύρια άνθρωποι - περίπου το 85% του πληθυσμού της Λωρίδας της Γάζας - έχουν εκτοπιστεί, οι ζωές τους έχουν καταστραφεί από τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς, καθώς καταφεύγουν στο επικίνδυνα υπερπλήρες νότιο τμήμα της Λωρίδας, το οποίο η ισραηλινή κυβέρνηση ψευδώς ανακήρυξε “ασφαλές”, αλλά συνεχίζει να βομβαρδίζει με εκατοντάδες βόμβες των 2,000 λιβρών. Η πείνα στη Γάζα, η οποία δημιουργήθηκε από την ισραηλινή κρατική πολιτική ακόμη και πριν από τον πόλεμο, είναι τόσο σοβαρή που ισοδυναμεί με λιμό. Μέσα στην απελπισία τους, οι άνθρωποι έχουν καταφύγει στο να τρώνε ζωοτροφές, αλλά τώρα ακόμη και αυτές εξαντλούνται.
Πριν από περίπου ένα μήνα, ένας γνωστός μου που κατέφυγε στη Ράφα από την Πόλη της Γάζας μετά τον βομβαρδισμό του σπιτιού του εκεί, μου είπε ότι αυτός και η οικογένειά του είχαν ήδη αναγκαστεί να μετακινηθούν από το ένα προσωρινό καταφύγιο στο άλλο έξι διαφορετικές φορές στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν από τις βόμβες. Σε απόγνωση είπε: “Δεν υπάρχει φαγητό, νερό, δεν υπάρχει πουθενά να κοιμηθούμε. Είμαστε συνεχώς διψασμένοι, πεινασμένοι και βρεγμένοι. Έχω ήδη αναγκαστεί να ξεθάψω τα παιδιά μου κάτω από τα χαλάσματα δύο φορές - μία στη Γάζα και μία εδώ στη Ράφα”.
Αυτά τα ποτάμια αίματος πρέπει να σπάσουν τα τείχη της απάθειάς μας. Μακάρι ο χρόνος να μπορούσε να σταματήσει αρκετά για να μπορέσουμε όλοι μας να επεξεργαστούμε τη θλίψη μας. Αλλά δεν θα το κάνει. Συνεχίζει να περνάει καθώς περισσότερες βόμβες πέφτουν στη Γάζα.
Δεκαετίες αδικίας άνοιξαν το δρόμο γι’ αυτό. Έχουν περάσει περίπου 75 χρόνια από τη Νάκμπα - 75 χρόνια εποικιστικής αποικιοκρατίας του “Ισραήλ” - αλλά οι υπερασπιστές του συνεχίζουν να αρνούνται τα γεγονότα. Ακόμα και μετά τη διαβεβαίωση του Διεθνούς Δικαστηρίου Δικαιοσύνης (ΔΔΔ) ότι υπάρχει πράγματι λόγος να φοβόμαστε πως διαπράττεται γενοκτονία στη Γάζα, οι ΗΠΑ και πολλοί από τους άλλους δυτικούς συμμάχους του “Ισραήλ” παρέμειναν ουσιαστικά σιωπηλοί.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, χαρακτήρισε την απλή προθυμία του δικαστηρίου να συζητήσει την υπόθεση “ντροπή που δεν θα σβηστεί για πολλές γενιές”. Πράγματι, η απόφαση είναι ντροπή. Παρά το γεγονός ότι όλα αποκαλύφθηκαν σε κοινή θέα, το δικαστήριο δε διέταξε το “Ισραήλ” να προβεί σε καταπαύση πυρός. Αυτό αποτελεί ντροπή για το ίδιο το δικαστήριο και για την ίδια την ιδέα ότι το διεθνές δίκαιο υποτίθεται ότι προστατεύει τις ζωές και τα δικαιώματα εκείνων που συνθλίβονται από τη στρατιωτική δύναμη των κρατών.
Θα ειπωθεί αναμφίβολα ότι το δίκαιο, από τη φύση του, είναι σχολαστικό και ότι εξετάζει το δάσος όχι ως σύνολο αλλά ως μεμονωμένα δέντρα. Σε αυτό πρέπει να απαντήσουμε ότι η πραγματικότητα, τα γεγονότα, η κοινή λογική πρέπει να είναι πάνω από το νόμο, όχι κάτω από αυτόν. Το “Ισραήλ” αφιερώνει σημαντικούς πόρους σε μια “νομιμοφάνεια” του πεδίου της μάχης, η οποία έχει σκοπό να δώσει κάλυψη στις δολοφονικές του πράξεις. Αυτή η προσέγγιση περιλαμβάνει τον τεμαχισμό της πραγματικότητας σε λεπτές φέτες από ξεχωριστές νομικά εγκεκριμένες παρατηρήσεις και ενέργειες: Ένας στρατιωτικός στόχος ήταν παρών στον πολυώροφο κτίριο Χ, δικαιολογώντας τον θάνατο πάνω από δύο δωδεκάδων αμάχων που δεν συμμετείχαν σε τίποτα - ο πύργος διαμερισμάτων Υ ήταν το σπίτι ενός πυροσβέστη που απασχολούσε η Χαμάς, νομιμοποιώντας, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, την απόφαση να εξοντωθούν τρεις γειτονικές οικογένειες. Αλλά αυτή η πρακτική δεν μπορεί να μετατρέψει το νερό της γενοκτονίας σε νόμιμο κρασί. Πρόκειται για νομική εργαλειοποίηση που κατατέμνει την πραγματικότητα σε κομμάτια προκειμένου να αποκρύψει ένα σχέδιο αδιάκριτης μαζικής δολοφονίας.
Αν η σφαγή του 1,5% του πληθυσμού μέσα σε τέσσερις μήνες δεν είναι γενοκτονία - αν οι πράξεις του “Ισραήλ” δε θεωρούνται αρκετά επικίνδυνες ώστε το δικαστήριο να το διατάξει να σταματήσει αμέσως τις δολοφονίες, ούτε καν όταν φανερά και ανοιχτά υποκινείται η εξόντωση των Παλαιστινίων από επιφανείς Ισραηλινούς πολιτικούς και μέλη του Τύπου, για να μην αναφέρουμε τον πρόεδρο και τον πρωθυπουργό του “Ισραήλ” - όταν η έλλειψη τιμωρίας για τέτοιες υποκινήσεις και τέτοιες πράξεις γίνεται αποδεκτή αντί να στιγματίζεται ως γενοκτονία με τους πιο απλούς όρους - τότε οι λέξεις που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε την πραγματικότητα έχουν χάσει κάθε νόημα και έχουμε απόλυτη ανάγκη από μια νέα γλώσσα πέρα από τα όρια του νομικισμού.
Αφήνοντας το μαχαίρι του χασάπη στο χέρι του χασάπη - αφήνοντας το “Ισραήλ” ανενόχλητο, ανεμπόδιστο -, σημαίνει ότι αφήνουμε τη σφαγή στη Γάζα να συνεχιστεί. Αυτή είναι η απόλυτη συνεχιζόμενη αποτυχία του διεθνούς δικαίου και των θεσμών που είναι επιφορτισμένοι με την τήρησή του.
Αυτή η αποτυχία μετακυλύει την ευθύνη για την επιβολή του τερματισμού της συνεχιζόμενης καταστροφής στους ώμους της κοινωνίας των πολιτών. Αυτό θα έπρεπε να μας αναγκάσει να κινηθούμε πέρα από τα κενά φιλελεύθερα παραδείγματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία έχουν αντικαταστήσει την απελευθέρωση ως κυρίαρχο λόγο στην αριστερή πολιτική.
Η πορεία προς τα εμπρός
Ο λόγος για τα ανθρώπινα δικαιώματα που έχει καταλάβει την πολιτική αριστερά τις τελευταίες δεκαετίες μας έχει απομακρύνει από ένα πλαίσιο απελευθέρωσης και αποτελεσματικής δράσης. Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι πρέπει να αποσυνδεθούμε από τη φιλελεύθερη σκέψη για να επαναφέρουμε στρατηγικές που αφοπλίζουν και αποδομούν την εξουσία. Η ηθική συνενοχή με τα εγκλήματα του“Ισραήλ” που εκφράζει η άρνηση του Διεθνούς Δικαστηρίου να διατάξει άμεση κατάπαυση του πυρός μας αναγκάζει να το κάνουμε αυτό. Προσφέρει ένα πειστικό επιχείρημα ότι όλοι μας πρέπει να έρθουμε σε ρήξη με το σημερινό αποτυχημένο σύστημα.
Από την άλλη πλευρά, η πραγματικότητα δε θα περιμένει από εμάς να καταλάβουμε τα πράγματα. Δεν μπορούμε απλώς να μη βιαζόμαστε και να περιμένουμε να αναλάβουμε δράση μέχρι να αναπτύξουμε και να εκλαϊκεύσουμε νέες αφηγήσεις και εννοιολογικά πλαίσια. Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τα όποια μέσα έχουμε στη διάθεσή μας για να δράσουμε αμέσως τώρα.
Μας παρέχει άραγε το ΔΔΔ κάποια εργαλεία που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε; Το ΔΔΔ θεωρείται ο ανώτατος θεσμός του διεθνούς δικαίου. Παρόλο που δε διαθέτει ανεξάρτητους μηχανισμούς επιβολής, πέραν του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, οι αποφάσεις και η νομολογία του θεωρούνται το θεμέλιο της νομολογίας του διεθνούς δικαίου και συχνά ενσωματώνονται στις αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων για τα θέματα αυτά. Παρά το γεγονός ότι διέταξε πολύ λίγα μέτρα κατά του “Ισραήλ” ή κατά της συνεχιζόμενης γενοκτονίας που συντελείται, το δικαστήριο όντως διαπίστωσε ότι υπάρχει σημαντικός λόγος να πιστεύεται ότι συντελείται γενοκτονία.
Επειδή το δικαστήριο δεν έλαβε κανένα πραγματικό μέτρο κατά του “Ισραήλ”, θα πρέπει να είναι προφανές ότι η ευθύνη για δράση βαραίνει εμάς και τα κινήματά μας. Ευτυχώς, η απόφαση μπορεί επίσης να μας δώσει κάποια εργαλεία για να χρησιμοποιήσουμε στο εδώ και τώρα, ενώ αναπτύσσουμε νέα πλαίσια απελευθέρωσης. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι μια πρόσφατη αγωγή σε ομοσπονδιακό δικαστήριο της Καλιφόρνιας με στόχο να υποχρεωθεί η κυβέρνηση των ΗΠΑ να σταματήσει τη στρατιωτική υποστήριξη προς το “Ισραήλ”. Η υπόθεση απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ είναι εκτός της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου, αλλά το δικαστήριο αποφάσισε ότι το “Ισραήλ” διαπράττει εύλογα γενοκτονία στη Γάζα με βάση την απόφαση του ΔΔΔ.
Η νομική υπόθεση ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να εξαιρούνται από τη συνενοχή σε γενοκτονία δεν είναι αβάσιμη στο δίκαιο των ΗΠΑ, καθώς και σε πολλές άλλες χώρες. Ολλανδικό δικαστήριο διέταξε πρόσφατα την κυβέρνηση της Ολλανδίας να σταματήσει την παράδοση εξαρτημάτων για τα μαχητικά αεροσκάφη F-35 που χρησιμοποιεί το “Ισραήλ” για να βομβαρδίζει τη Λωρίδα της Γάζας. Ίσως είναι εύλογο τώρα να αναγκαστούν περισσότερες κυβερνήσεις να επιβάλουν εμπάργκο όπλων, κυρώσεις ή άλλα μέτρα μέσω εθνικών δικαστηρίων.
Ωστόσο, τέτοιες στρατηγικές εξακολουθούν να μας περιορίζουν στο να βασιζόμαστε στους λεγόμενους εμπειρογνώμονες - δε θα μας βοηθήσουν να δημιουργήσουμε κινήματα. Η γενοκτονία δε θα σταματήσει από το εσωτερικό της ισραηλινής κοινωνίας. Η πίεση για να γίνει αυτό πρέπει να έρθει από έξω. Είναι πλέον καιρός για άμεση δράση και προσπάθειες από τα κάτω προς τα πάνω, όπως μποϊκοτάζ με πρωτοβουλία κοινοτήτων σε ισραηλινά προϊόντα, σε πωλητές που τα εμπορεύονται, σε ισραηλινές εξαγωγές πολιτιστικών προϊόντων και προπαγάνδας και σε οτιδήποτε άλλο τροφοδοτεί το παγκόσμιο κίνημα μποϊκοτάζ, αποεπένδυσης και κυρώσεων. Ο αποκλεισμός του λιμανιού της Τακόμα ή οι δράσεις λιμενεργατών σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι αρνούνται να φορτώσουν ισραηλινά πλοία και φορτία και να μεταφέρουν όπλα στο “Ισραήλ”, είναι παραδείγματα του πώς θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε, για την προώθηση της οικοδόμησης ενός ενεργού ριζοσπαστικού κινήματος βάσης.
Πρέπει να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να σταματήσουμε τη γενοκτονία που λαμβάνει χώρα τώρα, αλλά είναι σημαντικό να το προσεγγίσουμε αυτό ως ένα βήμα προς την προώθηση της απελευθέρωσης των Παλαιστινίων και τη διάλυση της ισραηλινής αποικιοκρατίας των εποίκων. Η απεικόνιση των Παλαιστινίων ως κάτι περισσότερο από θύματα στο έλεος της ισραηλινής καταστολής είναι μερικές φορές καλοπροαίρετη, αλλά διαγράφει την προσωπικότητα και τη δράση τους. Ενώ προσπαθούμε να σταματήσουμε την πολεμική μηχανή του “Ισραήλ”, πρέπει να κάνουμε γνωστό ότι αυτό αποτελεί μέρος του αγώνα για τον τερματισμό της ισραηλινής αποικιοκρατίας και να θέσουμε στο επίκεντρο τους Παλαιστίνιους ως πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας.
Οι ρίζες του “προβλήματος”
Πριν ακόμη από την ίδρυση του ισραηλινού κράτους, το “Ισραήλ” ήταν μια ρατσιστική, αποικιοκρατική κοινωνία, που βασιζόταν στην αντίληψη ότι οι Ισραηλινοί είναι θεμελιωδώς ανώτεροι από τους Παλαιστίνιους. Αυτή είναι η επικρατούσα τάση της ισραηλινής πολιτικής σκέψης τόσο στη δεξιά όσο και στη λεγόμενη αριστερή πτέρυγα. Αυτή είναι η σκέψη που ώθησε στη μαζική αποστέρηση των Παλαιστινίων η οποία προηγήθηκε της ανακήρυξης του κράτους, στην εθνοκάθαρση της Νάκμπα το 1948 και στις διάφορες μορφές απαρτχάιντ και στρατιωτικής διακυβέρνησης από τότε. Στην πραγματικότητα, υπήρξε μόνο ένας χρόνος στην ιστορία του “Ισραήλ” -το 1966- κατά τον οποίο δεν επέβαλε καθεστώς στρατιωτικής δικτατορίας σε τουλάχιστον ένα μέρος του παλαιστινιακού πληθυσμού.
Πολύ πριν από την τρέχουσα επίθεση στη Γάζα, η καθημερινή πραγματικότητα της παλαιστινιακής ύπαρξης υπό ισραηλινή κυριαρχία ήταν ένας συνεχής, διαρκής τρόμος εν μέσω βίας και αβεβαιότητας. Το να είσαι Παλαιστίνιος σημαίνει να περνάς από ένα σημείο ελέγχου χωρίς να ξέρεις αν θα σε τραβήξουν έξω και θα σε συλλάβουν - σημαίνει βία του όχλου των εποίκων - σημαίνει να σε ρίχνουν στη φυλακή υπό διοικητική κράτηση, χωρίς να ξέρεις για ποιο λόγο και για πόσο - σημαίνει μια στρατιωτική επιδρομή στη μέση της νύχτας. Σημαίνει όλα αυτά και χειρότερα, μέρα με τη μέρα, σε όλη τη διάρκεια μιας ζωής, σε όλες τις γενιές. Ένα από τα πολλά πράγματα που συνέβησαν στις 7 Οκτωβρίου ήταν ότι για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, οι Ισραηλινοί, επίσης, ως κοινωνία, βίωσαν αυτό το είδος υπαρξιακού τρόμου, αυτή την ανησυχητική αβεβαιότητα και την έλλειψη ασφάλειας.
Τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου είχαν τέτοιο αντίκτυπο στην ισραηλινή κοινωνία που ακόμη και σήμερα οι περισσότεροι Ισραηλινοί συνεχίζουν να θεωρούν τους εαυτούς τους ως τα κύρια θύματα της αφήγησης. Ένα αποτέλεσμα αυτού είναι η εμμονή των Ισραηλινών να εντάσσουν τη γενοκτονία στη Γάζα στο πλαίσιο της βίας της 7ης Οκτωβρίου. Μια συνηθισμένη δυσαρέσκεια των Ισραηλινών για την απόφαση του ΔΔΔ είναι ότι το δικαστήριο δεν ανέφερε την 7η Οκτωβρίου στην απόφασή του (στην πραγματικότητα, την ανέφερε). Ταυτόχρονα, αυτή η απαίτηση για την ένταξή της σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα έχει ως στόχο να αποσιωπήσει το ευρύτερο πλαίσιο. Πολλοί άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένης της λεγόμενης αριστεράς, εκφράζουν οργή όταν η τρέχουσα κατάσταση τίθεται στο πλαίσιο της Νάκμπα, της κατοχής του 1967 ή της συνεχιζόμενης πολιορκίας. Σύμφωνα με αυτή την ανάποδη λογική, η χρήση αυτού του πλαισίου εκλαμβάνεται ως γενοκτονία κατά των Ισραηλινών.
Ο ισραηλινός ρατσισμός ήταν διαδεδομένος και πριν, αλλά από την 7η Οκτωβρίου ο απροκάλυπτος γενοκτονικός λόγος και οι ανοιχτές εκκλήσεις για πραγματική γενοκτονία έχουν γίνει ο κανόνας. Μέσα στην ισραηλινή κοινωνία, δεν υπάρχει κανένα κίνημα με πραγματική σημασία ενάντια στη γενοκτονία. Τα κινήματα διαμαρτυρίας που υπάρχουν είναι αμελητέου μεγέθους και επιρροής, ή ασχολούνται κυρίως με την απαίτηση μιας συμφωνίας ανταλλαγής ομήρων, ή επικεντρώνονται σε εσωτερικά ισραηλινά ζητήματα - απομεινάρια του κινήματος για τη δικαιοσύνη πριν από την 7η Οκτωβρίου.
Οι μικροσκοπικές απομονωμένες νησίδες αντίστασης στην επίθεση στη Γάζα και στις ευρύτερες πτυχές της ισραηλινής κυριαρχίας είναι τόσο μικρές που θα πρέπει να εκληφθούν ως σφάλμα στρογγυλοποίησης και όχι ως πραγματική δύναμη. Η ιδέα ότι υπάρχει μέσα στην ισραηλινή κοινωνία ένα κίνημα κατά της αποικιοκρατίας και υπέρ της απελευθέρωσης των Παλαιστινίων είναι μια ψευδαίσθηση. Για να διαδραματίσουν κάποιο ρόλο στη χάραξη ενός δρόμου προς ένα μέλλον πραγματικής ελευθερίας, όσοι προέρχονται από το εσωτερικό αυτής της κοινωνίας των εποίκων θα πρέπει να απορρίψουν την ισραηλινή αποικιοκρατία εκ βάθρων. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι όσο κι αν επιθυμούμε να γίνουμε μέρος της λύσης, θα παραμείνουμε εγγενώς και μέρος του προβλήματος.
Προσεγγίζοντας το μέλλον μετά τη γενοκτονία, πρέπει να αναρωτηθούμε πώς οι εξισωτικές ιδέες θα επιβιώσουν σε μια πραγματικότητα που μαστίζεται από τον πόλεμο, το θάνατο και την καταστροφή. Δεν είναι σαφές πώς μπορούμε να οραματιστούμε και να δημιουργήσουμε ένα μέλλον που μπορεί να υπερβεί το τραύμα του πρόσφατου παρελθόντος, ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε ότι μολονότι η καταστροφή και η βία μπορεί να μειωθούν όταν σταματήσει η επίθεση, η ισραηλινή καταστολή θα συνεχιστεί.
Τίποτα για το μέλλον μετά τη γενοκτονία δεν είναι ακόμη σαφές, συμπεριλαμβανομένων των κατευθύνσεων που θα πάρει το παλαιστινιακό κίνημα για την απελευθέρωση. Αυτό θα το αποφασίσουν μόνο οι Παλαιστίνιοι. Αυτό που είναι προφανές - και θα έπρεπε να είναι σαφές πολύ πριν τη σημερινή κατάσταση - είναι πως όσοι αντιτίθενται στην αποικιοκρατία δεν πρέπει να απολαμβάνουν τα προνόμια που αυτή τους παρέχει. Οι ακριβείς λεπτομέρειες του δρόμου προς την απελευθέρωση είναι αβέβαιες, αλλά είναι αναμφισβήτητο πως όσοι θέλουν να βοηθήσουν να τον ανοίξουν μπορούν να παίξουν κάποιο ρόλο μόνο μέσα στο παλαιστινιακό κίνημα. Η ευθύνη της εξεύρεσης τρόπων για να γίνει αυτό, για να ξεπεραστούν τα όρια της αναγκαστικής εθνικής ταυτότητας που υπάρχουν ακριβώς για να το αποτρέψουν, βαραίνει όσους επιθυμούν να υποστηρίξουν τους Παλαιστίνιους και να ξεφύγουν από τα όρια της αποικιοκρατίας.
Jonathan Pollak